- σιφνός
- Νησί των Κυκλάδων, N.A. της Σερίφου και Β.Δ. της Μήλου (έκταση 73,18 τ. χλμ., κάτ. 1960). Η Σ. έχει έδαφος ορεινό, με υψηλότερες κορυφές τον Προφήτη Ηλία (649 μ.) και τον Άγιο Συμεών (500 μ.). Το έδαφός της αποτελείται από πετρώματα γρανίτη, σχιστόλιθου, ασβεστόλιθου, και περιέχει μεταλλεύματα σίδηρου, χαλκού, μόλυβδου, μαγνησίτη κ.ά. Στα αρχαία χρόνια είχε μεταλλεία χρυσού και άργυρου καθώς και λατομεία «σιφνίου λίθους». Το κλίμα της Σ. είναι εύκρατο και το έδαφος εύφορο. Παράγονται δημητριακά λάδι, κρασί, όσπρια, οπωρικά. Παράγει επίσης πτηνοτροφικά και κτηνοτροφικά προϊόντα. Η βιοτεχνία της παρουσιάζει ικανοποιητική ανάπτυξη, τόσο σε προϊόντα αγγειοπλαστικής όσο και σε διάφορα υφαντά. Μεγάλη εξάλλου ανάπτυξη έχει ο τουρισμός της.
Ιστορία. — Η Σ. είναι γνωστή από τα αρχαία χρόνια. Κατά τον Πλίνιο, αρχικά ονομαζόταν Μεροπία και Άκις, και κατά το Στέφανο το Bυζάντιο, Μερόπη. Το όνομα Σ. λέγεται ότι το πήρε από το Σίφνο, γιο του Αττικού ήρωα Σουνίου. Μερικοί όμως φρονούν ότι οφείλεται στο επίθετο σιφνός, που σημαίνει κενός (από τις στοές των μεταλλείων). Πρώτοι κάτοικοι της Σ. ήταν οι Κάρες και οι Κρήτες. Ο Ηρόδοτος όμως υποστηρίζει πως οι πρώτοι κάτοικοι ήταν Ιωνες, άποικοι της Αθήνας. Στα ιστορικά χρόνια υπήρχε στη Σ. πόλη, ακριβώς εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το σημερινό Κάστρο. Στην πόλη αυτή υπήρχαν πρυτανείο, θέατρο του Διόνυσου, αγορά ναός και άλλα δημόσια κτίρια. Οι κάτοικοι του νησιού ήταν πλούσιοι, εξαιτίας των μεταλλείων χρυσού και άργυρου. Από τα εισοδήματα τους, όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος χτίστηκε στους Δελφούς ο θησαυρός των Σιφνίων. Όταν έχτισαν το θησαυρό, ρώτησαν την Πυθία αν θα διατηρούσαν τα αγαθά τους για αρκετό καιρό και εκείνη τους απάντησε «Όταν γίνουν στη Σίφνο πρυτανεία λευκά και η αγορά αποκτήσει λευκό περιθώριο (λευκόφρυς), τότε θα πρέπει κανείς να σκεφτεί τον ξύλινο λόχο και τον ερυθρό κήρυκα». Οι Σ. εξήγησαν το χρησμό μετά την άφιξη των Σαμίων, που εκστράτευσαν εναντίον τους για να πάρουν τα χρήματα που χρειάζονταν στην εκστρατεία τους κατά του Πολυκράτη. Τα πλοία των Σαμίων ήταν αλειμμένα με μίλτο (ορυκτή κόκκινη βαφή). Οι Σάμιοι τους ζήτησαν ως δάνειο δέκα τάλαντα. Επειδή όμως οι Σίφνιοι αρνήθηκαν, λεηλάτησαν το νησί.
Η Σ. ήταν πάντα σύμμαχος της Αθήνας και είχε πολεμήσει στη ναυμαχία της Σαλαμίνας κατά των Περσών. Στην αρχαία Σ. λατρεύονταν διάφορες νύμφες, ο Απόλλωνας Έναγρος, η Άρτεμη Εκβατηρία, ο Ζευς Επιβώμιος και ο Παν. Το πολίτευμα του νησιού ήταν δημοκρατικό.
Στους βυζαντινούς χρόνους η Σ. ανήκε στη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Το 1207 αποτέλεσε τμήμα του δουκάτου της Νάξου και το 1269, κυριεύτηκε και πάλι από τους Βυζαντινούς. Το 1307 κυριάρχησε εκεί ο Γιαννούλης Ντακορώνια, που ανακηρύχτηκε ανεξάρτητος δυνάστης και οι διάδοχοι του παραμείναν στην εξουσία ως το 1464, οπότε τον εκτόπισε ο Νικόλαος Γοζαδίνος. Το 1537 η Σ. πέρασε στους Τούρκους αλλά οι Γοζαδίνοι μπόρεσαν να την ανακτήσουν (1568) και να παραμείνουν άρχοντες της, φόρου υποτελείς στο Σουλτάνο ως το 1617. Στη συνέχεια η Σ. ανήκε αποκλειστικά στους Τούρκους εκτός από το διάστημα 1771 -1774 που κυριάρχησαν εκεί οι Ρώσοι. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ονομαστή υπήρξε η σχολή του Πανάγιου Τάφου. Στην Επανάσταση, οι Σίφνιοι πήραν ενεργό μέρος και πολέμησαν στην Πελοπόννησο κάτω από τις διαταγές του Ν. Χρυσόγελου.
Αξιοθέατα. Η Σ. είναι ένα από τα ωραιότερα νησιά των Κυκλάδων. Η πρωτεύουσα της Απολλωνία είναι χτισμένη αμφιθεατρικά σε τρεις λόφους. Εκεί βρίσκεται το σπίτι των Κλ. Τριαντάφυλλου (Ραμπαγά). Από την Απολλωνία ένας δρόμος οδηγεί στο Κάστρο, χωριό με μεσαιωνική ατμόσφαιρα, όπου υπάρχουν πολλές παλιές εκκλησίες, με αξιολογότερη την Παναγία Ελεούσα. Στο χωριό Καταβατή βρίσκεται η Εκκλησία της Παναγίας, με τοιχογραφίες καλής τέχνης άγνωστου λαϊκού ζωγράφου. Στα Εξάμπελα βρίσκεται το σπίτι του ποιητή Αρ. Προβελέγγιου. Αξιεπίσκεπτα είναι και τα μοναστήρια της Παναγίας του Βουνού, της Χρυσοπηγής και του Άγιου Ιωάννη του Μονγκού. Τέλος στο χωριό Αρτεμώνας βρίσκεται το σπίτι του ποιητή Γιάννη Γρυπάρη και η εκκλησία της Παναγίας, με τοιχογραφίες του λαϊκού ζωγράφου Δευτεραίου (1750 - 1829), έργα του οποίου υπάρχουν και στο Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας. Πρωτεύουσα της νήσου είναι η Απολλωνία (689 κάτ.) έδρα και της ομώνυμης κοινότητας (1160 κάτ.). Σ’ αυτήν υπάγονται οκτώ οικισμοί: το Βαθύ (45 κάτ.), οι Καμάρες (151 κάτ.), το Κάστρο (75 κάτ.), το Κάτω Πετάλι (82 κάτ.), ο Πλατύς Γιαλός (71 κάτ.), ο Φάρος (45 κάτ.) και η Χρυσοπηγή (2 κάτ.). Δεύτερη κοινότητα της νήσου είναι ο Αρτεμώνας (800 κάτ.), με έδρα τον Αρτεμώνα (669 κάτ.). Σ’ αυτήν περιλαμβάνονται η Αγ. Μαρίνα (32 κάτ.) και η Χερρόνησος (99 κάτ.).
Το μοναστήρι της Χρυσοπηγής στη Σίφνο.
Η παραλία Πλατύς Γυαλός στη Σίφνο (φωτ. ΑΠΕ).
Η αγγειοπλαστική είναι η παραδοσιακή απασχόληση των ντόπιων κατοίκων της Σίφνου.
Ο ναός της Παναγίας στον Αρτέμωνα της Σίφνου.
Η παραλία Καμάρες της Σίφνου (φωτ. ΑΠΕ).
* * *-ή, -όν, Α1. (κατά τον Ησύχ.) «κενός»2. μτφ. αυτός που στερείται ηθικού περιεχομένου («ἡ ἡδονὴ τῆς ἁμαρτίας ἡ ἀκάθαρτος καὶ σιφνή», Κύριλλ.).[ΕΤΥΜΟΛ. Επίθ. άγνωστης ετυμολ., με επίθημα -νός (πρβλ. κε-νός, στριφ-νός). Η λ. πιθ. συνδέεται με τον τ. σίφων*].
Dictionary of Greek. 2013.